Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προειδοποίησε τα πολιτικά κόμματα της χώρας να αποφύγουν οποιαδήποτε κουβέντα που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, στην ενδιάμεση Έκθεσή του για τη Νομισματική Πολιτική που κυκλοφόρησε την Τετάρτη. Σημείωσε επίσης ότι τυχόν δυσκολίες στο σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις επερχόμενες γενικές εκλογές θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρό κίνδυνο για την εθνική οικονομία.
«Η υλοποίηση επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων βάσει του σχεδίου Greece 2.0, καθώς και η διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας και σταθερότητας μπορούν να καταστήσουν δυνατή την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτικό επίπεδο τον επόμενο χρόνο», σημείωσε ο Στουρνάρας.
«Πρόκειται για έναν πολύ σημαντικό στόχο, ειδικά εν μέσω της σύσφιξης των νομισματικών συνθηκών και της επιδείνωσης των διεθνών χρηματοοικονομικών συνθηκών, που είχαν ανοδική επίδραση στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Στο πλαίσιο αυτό, δεδομένου ότι το 2023 είναι έτος εθνικών εκλογών, απαιτείται συντονισμός και κατανόηση των πολιτικών δυνάμεων για την υλοποίηση των βασικών δεσμεύσεων της οικονομικής πολιτικής και τη διατήρηση των όσων έχει πετύχει η οικονομία την τελευταία δεκαετία».
Οι μακροοικονομικές προβλέψεις είναι εξαιρετικά αβέβαιες, προειδοποίησε ο επικεφαλής της ΤτΕ, με μια σειρά από πιθανούς παράγοντες που απειλούν περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης. Αυτοί οι παράγοντες είναι η περαιτέρω κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, ο υψηλότερος και πιο μακροχρόνιος πληθωρισμός, ένα νέο κύμα της πανδημίας, μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο χαμηλός βαθμός απορρόφησης κεφαλαίων της ΕΕ, η καθυστέρηση στο σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. και η γεωπολιτική ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στο πλαίσιο αυτό ο Στουρνάρας ζητά η οικονομική πολιτική να δώσει έμφαση στους ακόλουθους τομείς: περιορισμός των επιπτώσεων του πληθωρισμού στα εισοδήματα των νοικοκυριών. υλοποίηση των επενδύσεων που σχετίζονται με τη διευκόλυνση ανάκαμψης και ανθεκτικότητας· διατήρηση ανταγωνιστικού κόστους μισθού δεδομένης της επερχόμενης αύξησης του κατώτατου μισθού· αντιμετώπιση των στρεβλώσεων της αγοράς εργασίας· επιτάχυνση της μετάβασης στην «πράσινη» ενέργεια και ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού· και ενίσχυση της ανθεκτικότητας του πιστωτικού τομέα.