Στις εθνικές εκλογές της 21ης Μαΐου, το αριστερό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ΣΥΡΙΖΑ έχασε 11,5 μονάδες σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές, τον Ιούλιο του 2019, και συγκέντρωσε το 20,07% των ψήφων, πολύ πίσω από το 40,79 της κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας.
Τη δική του ερμηνεία για το εκλογικό αποτέλεσμα δίνει ο πρόεδρος και πρώην πρωθυπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στην Καθημερινή. Ανασκοπεί τα τέσσερα χρόνια του ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, μιλά για λάθη που έκανε και εξηγεί πώς οραματίζεται την «επόμενη μέρα» για το κόμμα του.
Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα πρώτα να σας ρωτήσω εάν έχετε καταλήξει σε μια εξήγηση για αυτό το αποτέλεσμα.
Αν και δεν είχαμε αρκετό χρόνο για μια εις βάθος ανάλυση, νομίζω ότι καταλήξαμε σε κάποιο συμπέρασμα. Στρατηγικά, εγκλωβιστήκαμε στην υπεράσπιση της αρχής της απλής αναλογικής και πιστεύουμε ότι αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για το αποτέλεσμα.
Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι δεν καταφέραμε να μεταδώσουμε το μήνυμά μας στους ψηφοφόρους, δηλαδή να εστιάσουμε στα όσα έγιναν (επί κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας) το 2019-2023 και στις προτάσεις μας για την επόμενη μέρα. Στη συζήτηση κυριαρχούσαν οι φόβοι για επανάληψη αυτού που συνέβη το 2015.
Και τελευταίο, αλλά όχι ασήμαντο, είναι η εμφάνιση που παρουσίασε στους ψηφοφόρους η Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία: Εννοώ την εμφάνιση ενός κόμματος που σίγουρα είχε προχωρήσει, αλλά δεν κατάφερε να φανεί συνεκτικό. Υπήρχαν αντιφατικές δηλώσεις που συχνά έσπειραν σύγχυση και έδωσαν στον κύριο αντίπαλο μας την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την κυριαρχία του στα ΜΜΕ και να παρουσιάσει αυτό που διακυβεύεται όχι την ανάγκη για πολιτική αλλαγή αλλά για να αποφύγει την επιστροφή στις δύσκολες μέρες του (οικονομικού) κρίση.
Και αυτό ήταν άδικο για εμάς, γιατί η κρίση ξεπεράστηκε χάρη στη δική μας προσπάθεια. Αφήσαμε πίσω τις μαύρες μέρες μιας λιτότητας (που επέβαλαν οι πιστωτές της Ελλάδας) γιατί, χάρη στις προσπάθειές μας στην κυβέρνηση, η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία αποκαταστάθηκε.
Ας περάσουμε στην αναλογική. Ήταν αυτό μια ιδεολογική εμμονή της αριστεράς, μια παγίδα για την κυβέρνηση που ακολούθησε; Το έχεις μετανιώσει;
Δεν ήταν ούτε παγίδα ούτε ιδεολογική εμμονή. Ήταν ένα όραμα δεκαετιών που συνήθιζε να εμπλέκει ολόκληρο το προοδευτικό στρατόπεδο. Ίσως ένα ρομαντικό όραμα που είχε στόχο να αλλάξει την πολιτική κουλτούρα, να μειώσει την τοξικότητα και να εμφυσήσει πνεύμα συνεργασίας στη βάση πολιτικών προγραμμάτων. Έτσι θα μπορούσαμε να γίνουμε σαν την Ευρώπη. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν συστήματα αναλογικής εκπροσώπησης. Νομίζω ότι η πεποίθησή μας ότι οι αλαζονικές μονοκομματικές κυβερνήσεις μας οδήγησαν σε πολλά προβλήματα και, τελικά, στη χρεοκοπία ήταν στο σημείο.
Σε κάθε περίπτωση, δεν καταφέραμε να κάνουμε δεκτή την πρότασή μας. Και παίρνω την ευθύνη για αυτό. Η επίμονη άρνηση των άλλων προοδευτικών δυνάμεων να συμμετάσχουν στη συζήτηση για κυβέρνηση συνασπισμού επικύρωσε τη στρατηγική του κύριου αντιπάλου μας, της Νέας Δημοκρατίας και του κ. (Κυριάκου) Μητσοτάκη, που έθεσε ξεκάθαρο δίλημμα: μονοκομματική κυβέρνηση ή περιπέτεια, σταθερότητα έναντι αστάθεια.
Μπορεί, λοιπόν, να ήταν λάθος, αλλά δεν μετανιώνω για τη στρατηγική επιλογή της αναλογικής. Οι άλλοι πρέπει να έχουν τύψεις. Νομίζω ότι αργά ή γρήγορα ο ελληνικός λαός θα καταλάβει ότι το σημαντικό δεν είναι να νοιαζόμαστε για το δικό μας κόμμα αλλά για το μέλλον της χώρας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας είναι σταθερά εχθρικό απέναντι σε οτιδήποτε θα καθόριζε τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Αν και ισχυρίζεται ότι είναι το κόμμα της εργατικής τάξης, αδιαφορεί για το μέλλον της εργατικής τάξης. Ίσως περιμένουν τη Δευτέρα Παρουσία.
Από την άλλη, το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ του κ. (Νίκου) Ανδρουλάκη φαίνεται να έχει ως δικό του στόχο την αποκατάσταση της κυριαρχίας του στην κεντροαριστερά. Όμως, η εσωτερική αγωνία του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ δεν αγγίζει τους πολίτες, ούτε τη ζωή τους. Αυτό που απασχολεί τους πολίτες είναι το μέλλον τους, το μέλλον της χώρας.
Εάν επιστρέψετε στην κυβέρνηση, θα θέσετε την αναλογική;
Η αναλογική εκπροσώπηση γνώρισε στρατηγική ήττα. Αυτό λοιπόν δεν είναι μέρος των σκέψεων ή των προθέσεων μου. Πρέπει να σεβαστούμε την απόφαση του ελληνικού λαού και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι, όταν χάνεται μια ευκαιρία, χρειάζονται πολλά χρόνια, ίσως και δεκαετίες για να αποκτήσει ξανά νόημα αυτή η συζήτηση.
Θέλω να το κάνω σωστά: πιστεύατε ρεαλιστικά ότι αυτό θα λειτουργούσε; Είχατε δύσκολη σχέση με το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Ανδρουλάκη, προσωπικά. Κάθε τόσο τον αποκαλούσατε «ανοιχτό στον εκβιασμό» και με τα άλλα δύο κόμματα που..
Θεωρούσε τον εαυτό του «ανοιχτό στον εκβιασμό», όχι εμένα.
Αλλά τον είχες αποκαλέσει και έτσι κάποια στιγμή, αν θυμάμαι καλά.
Περιμένετε λίγο, αυτή η έκφραση είναι πολύ δυνατή. Δεν πρέπει να αφήσουμε αυτό να σταθεί έτσι. Δεν είπα ότι ήταν ανοιχτός στον εκβιασμό. Είπα ότι έγινε προσπάθεια εκβιασμού και ότι είπε τη συγκεκριμένη φράση.
Επιτρέψτε μου να επαναδιατυπώσω την προηγούμενη ερώτησή μου: πιστεύατε ότι θα μπορούσατε να κυβερνήσετε με τα άλλα δύο κόμματα, με επικεφαλής τον κ. (Γιάνη) Βαρουφάκη και την κα (Ζωή) Κωνσταντοπούλου, που ανήκαν στο κόμμα σας; Πιστεύατε ότι αυτή ήταν μια ρεαλιστική προοπτική;
Αυτό που θεωρούσα ρεαλιστικό ήταν η προοπτική μιας προοδευτικής κυβέρνησης μέσα από μια σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Και το θεώρησα ρεαλιστικό γιατί στην προεκλογική περίοδο το ΚΙΝΑΛ δεν είχε να πει κάτι αρνητικό για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Τους προκαλέσαμε αρκετές φορές να καταθέσουν τις προτάσεις τους. Να επισημάνουμε πού διαφώνησαν με τις 11 προτάσεις μας για την προοπτική μιας προοδευτικής κυβέρνησης. Ίσως είχαν κάποιες επιπλέον προτάσεις να κάνουν, αλλά, ουσιαστικά, δεν είχαν αντίρρηση.
Κοιτάξτε, κύριε Παπαχελά, κάποιοι λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Για μένα, η πολιτική είναι μια σύνθεση μεταξύ ενός οράματος για μια καλύτερη κοινωνία και αυτού που είναι εφικτό. Αυτή ήταν η ουσία πίσω από τη στρατηγική της «προοδευτικής κυβέρνησης». Τώρα, με το νέο εκλογικό σύστημα, η επιλογή είναι μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτικής Συμμαχίας: θέλουμε συντηρητικό κυβερνητικό πρόγραμμα ή προοδευτικό, με στόχο μια δίκαιη κοινωνία και την ευημερία για όλους;
Υπάρχει μια κριτική που ασκείται στον ΣΥΡΙΖΑ ότι ήταν πολύ τεμπέλης για να παρουσιάσει ένα συνεκτικό πρόγραμμα. Επίσης, η εικόνα του ήταν μπερδεμένη. Είχατε από τη μια τον (λαϊκιστή πρώην υπουργό Παύλο) Πολάκη και από την άλλη (μετριοπαθή τεχνοκράτη Γιώργο) τον Χουλιαράκη. Επίσης, ότι πιθανώς πίστευες ότι η κυβέρνηση θα έπεφτε είτε λόγω του σκανδάλου τηλεφωνικών υποκλοπών είτε λόγω των Τεμπών (σιδηροδρομική καταστροφή). Είναι αλήθεια?
Εντάξει, πολλά μπορούν να ειπωθούν εκ των υστέρων. Δεν νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τεμπέλησε. Όμως έχασε χρόνο και η πανδημία έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Ο συγχρονισμός στην πολιτική είναι εξαιρετικά σημαντικός. Δεν τίθεται θέμα ότι έπρεπε να είχαμε κάνει αλλαγές στο κόμμα νωρίτερα. τα φτιάξαμε, αλλά πολύ αργά, τρία χρόνια πολύ αργά. Αλλά δεν μπορέσαμε να κάνουμε Κογκρέσο. Δεν μπορούσαμε να πάρουμε πρωτοβουλίες.
Παρόλα αυτά, είναι άδικο να πετάς το μωρό με το νερό του μπάνιου, όπως λέει και η παροιμία. Γιατί κάναμε σοβαρές αλλαγές. Το κόμμα αυξήθηκε σε 150.000 μέλη, όπου είχε 15.000. Νέοι άνθρωποι εμφανίστηκαν. Δημιουργήσαμε μια δεξαμενή σκέψης με άτομα υψηλής ειδίκευσης. Αλλάξαμε την άποψη ότι η αριστεία ήταν η επαρχία του άλλου κόμματος και ότι είμαστε ξένοι σε μια τεχνοκρατική προσέγγιση.
Φυσικά, οι αντιφάσεις στον δημόσιο λόγο μας και στη δημόσια εικόνα μας παρέμειναν, αλλά πιστεύω ότι όλα τα μεγάλα κόμματα έχουν τέτοιες αντιφάσεις ως μέρος της φύσης τους ως «μεγάλης σκηνής». Αλλά αυτές οι αντιφάσεις συχνά εκτινάσσονταν δυσανάλογα από ένα οικοσύστημα των μέσων ενημέρωσης που, για να το θέσω ήπια, βρισκόταν στην «άλλη πλευρά». Και το λέω αυτό όχι ως δικαιολογία, αλλά ως εν ψυχρώ εκτίμηση.
ΜΜΕ και δημοσκοπήσεις. Είναι, αντίστοιχα, προκατειλημμένες και σκηνοθετημένες, όπως λέτε; Επιμένετε σε αυτό;
Κατά την άποψή μου, υπάρχει μεγάλο ζήτημα με τον πλουραλισμό της πληροφόρησης σε αυτή τη χώρα. Αυτή τη στιγμή, είναι γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία επωφελούνται από μια συντριπτική υποστήριξη στα ΜΜΕ, ειδικά στην τηλεόραση. Αλλά, πέρα από αυτό, η Αριστερά πρέπει να είναι ανταγωνιστική υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Δεν είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζουμε κάτι τέτοιο. Αυτή ήταν και η πραγματικότητα το 2012 και το 2015, αναμφίβολα όχι στον ίδιο βαθμό.
Σχετικά με τις δημοσκοπήσεις. Δεν είπα ποτέ ότι είναι στημένα. Αναφέρθηκα συγκεκριμένα στο γεγονός ότι έχουμε πάρα πολλές εταιρείες έρευνας γνώμης στην Ελλάδα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Μιλούσα για τις δομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αυτές οι έρευνες σε ένα ρευστό πολιτικό περιβάλλον, σε μια χώρα χωρίς ισχυρές πολιτικές ταυτότητες. Είδατε τα exit polls, διαπίστωσαν ότι το 20% των συμπολιτών μας αποφάσισε ποιον θα ψηφίσει κυριολεκτικά λίγο πριν φτάσουν στην κάλπη. Είναι ένας απίστευτος αριθμός – 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι αποφάσισαν πώς θα ψηφίσουν την τελευταία στιγμή. Άρα το πολιτικό περιβάλλον είναι ρευστό. Δεν ήταν λοιπόν λάθος η θέση που εξέφρασα στην «Καθημερινή» προεκλογικά ότι οι δημοσκοπήσεις δεν θα καθόριζαν το αποτέλεσμα. Απλώς συνέβη οι δημοσκοπήσεις να κάνουν λάθος στην αντίθετη πλευρά από αυτό που περιμέναμε.
Μήπως κάποια στιγμή μπερδέψατε την πραγματικότητα των social media, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ φαινόταν να κυριαρχεί, με την πραγματική πραγματικότητα; Έχει γίνει πολλή συζήτηση γι’ αυτό.
Αυτό που αισθανόμασταν προεκλογικά μέσα από τα ταξίδια μου στην προεκλογική εκστρατεία, τις παρεμβάσεις μου, τη κινητοποίηση του κόσμου, τους δικούς μας ανθρώπους που μαζεύονται μαζί, τις τεράστιες συγκεντρώσεις μας, αλλά και την ανταπόκριση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ήταν τελικά, μια εντελώς διαφορετική αίσθηση ότι αυτό που ψηφίστηκε κουτιά βγήκαν.
Άρα, ναι, είναι γεγονός, ότι δεν είχαμε πλήρη εικόνα για τις κοινωνικές μετατοπίσεις και τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς ολόκληρου του εκλογικού σώματος. Πολλές φορές τα social media εξαπατούν. Σε εξαπατούν επίσης οι δικοί σου άνθρωποι που συσπειρώνονται γύρω σου, κάτι που δεν είναι αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας στο σύνολό της.
Σας παρασύρει και η τοξικότητα και η οξύτητα;
Εντάξει, δεν νομίζω ότι ήταν αυτά τα κύρια χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης καμπάνιας.