Η αντίληψη των επενδυτών για την Ελλάδα έχει αλλάξει δραματικά, όπως φαίνεται ξεκάθαρα από τις επιδόσεις της στην αγορά ομολόγων. Η Ελλάδα κατάφερε να δανειστεί φθηνότερα από πολλές άλλες χώρες της ευρωζώνης, με τα ελληνικά ομόλογα να μην είναι πλέον οι πιο επικίνδυνοι τίτλοι και να πλησιάζουν τις αποδόσεις των χωρών που θεωρούνται ότι αποτελούν τον «πυρήνα» του ευρώ – όλα αυτά παρά την ταχύτερη νομισματική σύσφιξη που έγινε ποτέ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι διαχειριστές κεφαλαίων περιγράφουν τα ελληνικά ομόλογα ως «μικρό θαύμα» στην αγορά της ευρωζώνης, λέγοντας στην Καθημερινή ότι είναι ξεκάθαρο ότι «η Ελλάδα είναι στη… μόδα» χάρη στην πολιτική σταθερότητα, τις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις και την προοπτική επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα μετά από 13 χρόνια.
Το spread του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας έναντι του γερμανικού έχει υποχωρήσει στις 122 μονάδες βάσης, το χαμηλότερο από τον Οκτώβριο του 2021, με το ράλι να έχει ενταθεί από τις εκλογές του Μαΐου.
Τα ελληνικά ομόλογα καταγράφουν τη μεγαλύτερη βελτίωση στην ευρωζώνη από τον περασμένο Ιούλιο, όταν η ΕΚΤ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια, με την πτώση του περιθωρίου να ξεπερνά τις 100 bps. Το spread έναντι της Ιταλίας κινείται σταθερά σε αρνητικό έδαφος, με τα ελληνικά ομόλογα να διαπραγματεύονται περίπου 55 bps χαμηλότερα από τα ιταλικά, ενώ το spread έναντι της Ισπανίας έχει υποχωρήσει στα χαμηλά πολυετών, με την ελληνική απόδοση 10ετίας στο 3,63% την Παρασκευή. .
Η Ελλάδα δανείζεται πλέον φθηνότερα από χώρες όπως η Κύπρος, η Μάλτα, η Κροατία, η Λετονία, η Σλοβακία, η Σλοβενία και η Λιθουανία – όλες οι χώρες επενδυτικής βαθμίδας.
Η εξήγηση για την υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων είναι απλή, σημειώνουν στην Καθημερινή αναλυτές του κρατικού χρέους. Ένας λόγος είναι τα θεμελιώδη στοιχεία της οικονομίας και οι προοπτικές της και ένας άλλος είναι το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς και το γεγονός ότι τα ελληνικά χαρτονομίσματα είναι ουσιαστικά «δύσκολα».
«Η θεαματική υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων είναι ο συνδυασμός ενός θετικού μακροοικονομικού περιβάλλοντος (συμπεριλαμβανομένου του εκλογικού αποτελέσματος και των καλύτερων δημοσιονομικών προοπτικών) και της έλλειψης ρευστότητας», σημειώνει ο επικεφαλής αναλυτής της ING Antoine Bouvet: «Η ελεύθερη διασπορά των ελληνικών ομολόγων είναι ένα μικρό μέρος του κρατικού χρέους και είναι μικρότερη αγορά από τις περισσότερες στην ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι όταν το μακροοικονομικό περιβάλλον βελτιώνεται, η αγορά αδυνατεί να ανταποκριθεί στην πρόσθετη ζήτηση», εξηγεί.