Η Ουάσιγκτον έχει εμπλακεί σε μια δύσκολη πράξη εξισορρόπησης τις τελευταίες εβδομάδες σε πολλαπλά επίπεδα σε σχέση με την Ελλάδα και την Τουρκία. Οι προεκλογικές περίοδοι και στις δύο χώρες, η συμπεριφορά της Άγκυρας και τα αιτήματα για μαχητικά F-16 και F-35 που τρέχουν σχεδόν παράλληλα, έχουν φέρει την αμερικανική διπλωματία που προσπαθεί να μην δυσαρεστήσει κανέναν στα όριά της.

Η επίσκεψη στις ΗΠΑ του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και η διαρροή από τον Λευκό Οίκο για την επικείμενη ειδοποίηση του Κογκρέσου σχετικά με το αίτημα της Τουρκίας για F-16 είναι μέρος μιας προσπάθειας κατευνασμού της Άγκυρας. Αυτή η προσέγγιση στην Ουάσιγκτον διαποτίζεται από την προσπάθεια «να αποφευχθούν περισσότερες γκρίνιες αλλά και να αποφευχθούν τα χειρότερα», καθώς όλοι γνώριζαν ότι μετά τις γιορτές θα γινόταν κοινοποίηση από το Κογκρέσο για τα ελληνικά F-35, ώστε η Αθήνα να μην χάσει την προθεσμία για παραλαμβάνοντας τα πρώτα μαχητικά με την παρτίδα του 2028.

Υπήρξαν όντως δεύτερες σκέψεις για το timing που αφορά την ενεργοποίηση της διαδικασίας για τα τουρκικά F-16. Αυτό δεν συνέβη επειδή η Άγκυρα κρατά επίμονα ανοιχτά όλα τα θέματα ενδιαφέροντος των ΗΠΑ, αλλά και λόγω των δημόσιων ανακοινώσεων του Προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Ρόμπερτ Μενέντεζ, ο οποίος ενημέρωσε επισήμως τον Λευκό Οίκο για την πρόθεσή του τον Δεκέμβριο.

Σε αυτό το σκηνικό, οι Αμερικανοί αποφάσισαν ότι η Άγκυρα δεν πρέπει να αισθάνεται ότι την αποφεύγουν και αυτό εξηγεί τη διαρροή για τα F-16. Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτή η διαρροή συνοδεύεται από προσεκτικά διατυπωμένες αμερικανικές παραινέσεις, κεκλεισμένων των θυρών, προς τους Έλληνες να σταματήσουν να θέτουν εμπόδια στον δρόμο του θέματος. Ενώ αυτή η έκκληση αναβαθμίζει τη βαρύτητα της ελληνικής αντίδρασης, χάνει το νόημα, καθώς ο τερματισμός των τουρκικών υπερπτήσεων στο Αιγαίο είναι μόνο ένα από τα πολλά αιτήματα του μπλοκ που αντιτίθεται στην πώληση.

Το θεμελιώδες ερώτημα που τίθεται τώρα είναι «Τι θέλει πραγματικά να κάνει η κυβέρνηση των ΗΠΑ με το αεροσκάφος;» Κανείς δεν ξέρει πόσο μακριά είναι διατεθειμένη να φτάσει στην αντιπαράθεσή της με το Κογκρέσο, υποθέτοντας ότι πρόκειται για μια γνήσια αντιπαράθεση παρά για ένα καλά διαχειριζόμενο σενάριο «καλός μπάτσος, κακός μπάτσος».

Προφανώς υπάρχουν ισχυροί παίκτες στη διοίκηση και στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που θα ήθελαν να δουν την πώληση να προχωρήσει για καθαρά συναλλακτικούς λόγους και αναζητούν τρόπο να παρακάμψουν τις κυρώσεις CAATSA. Το ερώτημα είναι αν ο Πρόεδρος Μπάιντεν μπορεί να αναγκάσει το Κογκρέσο να υπογράψει τη σύμβαση πώλησης. Εάν συμβεί αυτό, θα είναι μια μεγάλη κλιμάκωση προς όφελος της Τουρκίας, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να αντλήσει αντίποινα από τον Μενέντεθ σε άλλα αλλά εξίσου σημαντικά ζητήματα.

Από news