Οι κορυφαίες θέσεις στα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας στη νέα τουρκική κυβέρνηση έχουν καλυφθεί από άτομα που δεν είναι ξένα για την Ελλάδα, αν και για διαφορετικούς λόγους.
Ο νέος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ο οποίος είναι γνωστός στην Αθήνα ως το αόρατο διπλωματικό χέρι της Τουρκίας ως επικεφαλής για πολλά χρόνια της ισχυρής υπηρεσίας πληροφοριών της, MIT, παρόλο που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν θέσεις χάραξης πολιτικής.
Η Ελλάδα γνωρίζει επίσης καλά την καθοριστική συμβολή του Φιντάν ως επικεφαλής της MIT στη σταδιακή άνοδο της τουρκικής επιρροής στην Τρίπολη, με αποτέλεσμα το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Ο Φιντάν είναι γνωστός ως ο άνθρωπος που έθεσε τις βάσεις για τις μεγάλες εμπλοκές του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο εξωτερικό, ειδικά στην Κεντρική Ασία, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Περιττό να πούμε ότι η μετακίνηση του Ιμπραήμ Καλίν, μέχρι πρόσφατα εκπροσώπου του Ερντογάν, στη θέση του αρχηγού της MIT, απλώς επιβεβαιώνει τον απόλυτο έλεγχο του Τούρκου προέδρου στα κεντρικά γρανάζια της εξουσίας.
Σημαντικό θεωρείται το γεγονός ότι ο Καλίν βρισκόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε άμεση επικοινωνία με Έλληνες αξιωματούχους, κυρίως με την πρώην διπλωματική σύμβουλο του πρωθυπουργού Ελένη Σουράνη και τη νυν, Άννα Μαρία Μπούρα.
Από την άλλη, ο νέος Τούρκος υπουργός Εθνικής Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ, ο οποίος μέχρι πρόσφατα ήταν αρχηγός των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, είναι γνωστός στην Ελλάδα, αλλά δεν είχε ποτέ την επαφή με Έλληνες αξιωματούχους που είχαν οι άλλοι δύο.
Η έλλειψη προσωπικών σχέσεων με τον Γκιουλέρ οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις κρίσεις του 2020 (σε Έβρο και Ανατολική Μεσόγειο) και στην παντελή έλλειψη επικοινωνίας Ελλάδας-Τουρκίας σε στρατιωτικό επίπεδο.
Όταν ο Κωνσταντίνος Φλώρος ανέλαβε αρχηγός των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στις αρχές του 2020, η κυβέρνηση είχε διερευνήσει το ενδεχόμενο να ανοίξει απευθείας δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των δύο αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων. Καθώς αυτό δεν υλοποιήθηκε, έγινε από τους πρώην υπουργούς Άμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο και Χουλουσί Ακάρ.