Έξι στους 10 ασθενείς που υποφέρουν από μακροχρόνια προβλήματα υγείας στην Ελλάδα δεν έχουν σύμβουλο υγείας και τέσσερις στους 10 αναγκάζονται να ακολουθήσουν θεραπευτικά σχήματα που δεν ταιριάζουν στις ανάγκες τους, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά ευρήματα νέας μελέτης.
Άλλη μια ανησυχητική ανακάλυψη που έγινε στην πιλοτική φάση της μελέτης που διεξάγεται από τον Οργανισμό Διασφάλισης Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΗΠΥ) και τη Σχολή Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών στο πλαίσιο της Έκθεσης Ασθενών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Έρευνες δεικτών (PaRIS), ήταν ο μεγάλος αριθμός ασθενών (44,6%) που έπρεπε να μεταφέρουν οι ίδιοι το ιατρικό τους ιστορικό, συνήθως προφορικά, ελλείψει κατάλληλου αρχείου.
Οι ερευνητές ερεύνησαν περισσότερους από 400 ασθενείς που έπασχαν από μακροχρόνια προβλήματα υγείας στην πρώτη φάση της μελέτης, πριν από το κύριο μέρος, το οποίο στοχεύει να ερωτήσει 10.000 ασθενείς.
Διαπίστωσαν ότι το 57,2% των ασθενών πρέπει να λάβουν σημαντικές αποφάσεις σχετικά με τις υπηρεσίες υγείας που χρησιμοποιούν χωρίς τη βοήθεια ειδικού που συντονίζει τη θεραπεία τους και το 29,6% είναι «εν μέρει ικανοποιημένοι» μόνο με το θεραπευτικό σχήμα που τους έχει εγγραφεί.
Σε μια άλλη κρίσιμη ερώτηση, το 22,6% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι συχνά παραμελεί να αναζητήσει θεραπεία λόγω της δυσκολίας πρόσβασης σε μια μονάδα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Αυτά είναι μερικά από τα προβλήματα που εντόπισε ο ΟΔΗΠΥ, ένας οργανισμός που ιδρύθηκε πριν από μόλις δύο χρόνια, με το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τα οποία αφορούν όλους τους ασθενείς και όχι μόνο αυτούς με χρόνιες παθήσεις.
Μερικά από τα πιο σοβαρά προβλήματα συνεπάγονται ανισορροπία στην κατανομή των ασθενών και του προσωπικού υγειονομικής περίθαλψης, με αποτέλεσμα ορισμένα νοσοκομεία να είναι υπερπλήρη ενώ άλλα να υποχρησιμοποιούνται.