Πολλά βασικά τρόφιμα και είδη οικιακής χρήσης κοστίζουν έως και 70% περισσότερο φέτος από τον περασμένο Φεβρουάριο, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Και αυτό παρά τη χαλάρωση του δείκτη τιμών καταναλωτή στο 7,2% τον Δεκέμβριο.
Συνολικά, για ένα βασικό καλάθι παντοπωλείων για το οποίο πέρυσι τα ελληνικά νοικοκυριά πλήρωναν 76 ευρώ, φέτος πληρώνουν περίπου 94 € –δηλαδή 23% περισσότερα– για τα ίδια σχεδόν είδη. Οι τιμές είναι αυξημένες σε όλα, από γάλα, αυγά και ψωμί μέχρι χαρτικά και προϊόντα καθαρισμού, με διψήφιες αυξήσεις.
Ένα λίτρο φρέσκο γάλα κοστίζει πλέον 1,87 € από 1,38 € στις αρχές του περασμένου έτους, για τα μακαρόνια η αύξηση είναι 38,1%, για τη φέτα 21%, ενώ το επώνυμο χαρτί υγείας μοιάζει με είδος πολυτελείας, καθώς οι αυξήσεις στις τιμές φτάνουν το 69%.
Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία της έρευνας οικογενειακού προϋπολογισμού για το έτος 2021 και το γεγονός ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων διαμορφώθηκε στο 15,5% τον Δεκέμβριο του 2022, προκύπτει ότι τα νοικοκυριά πρέπει κατά μέσο όρο, μόνο για αυτήν την κατηγορία αγαθών, να δαπανούν περίπου 360 ευρώ ένα μήνα σε σύγκριση με 311 € ένα χρόνο πριν.
Το πρόβλημα, φυσικά, είναι πολύ μεγαλύτερο για τα οικονομικά ευάλωτα νοικοκυριά. ενώ οι δαπάνες για τρόφιμα αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 22% των δαπανών των νοικοκυριών, στα φτωχότερα νοικοκυριά είναι σημαντικά υψηλότερες και για το φτωχότερο 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 34,8%.
Πριν από ένα χρόνο, αν ένα νοικοκυριό με μηνιαίο εισόδημα 750 ευρώ ξόδευε 164 ευρώ για φαγητό, τώρα θα πρέπει να ξοδέψει περίπου 190 ευρώ, κάτι που στην πραγματικότητα μειώνει σημαντικά την αγοραστική του δύναμη. Ένα νοικοκυριό με συνολικό μηνιαίο εισόδημα 1.500 ευρώ θα πρέπει τώρα να ξοδεύει περίπου το 24% του εισοδήματός του, από 20% πριν από ένα χρόνο, σε τρόφιμα, ενώ ένα μέσο νοικοκυριό με συνολικό μηνιαίο εισόδημα 2.500 ευρώ θα πρέπει τώρα να ξοδεύει περίπου το 20% του είναι το εισόδημά του από 15% πριν από ένα χρόνο.
Ακόμη χειρότερα, το ράλι στις τιμές των τροφίμων δεν σταματά εδώ, με τα στελέχη της αγοράς να προβλέπουν συνεχείς αυξήσεις των τιμών τουλάχιστον μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2023.
Τα προϊόντα που κατασκευάζονται με ακριβές πρώτες ύλες, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα υψηλά ποσοστά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, παρά την ενδεχόμενη μείωση και τις επιδοτήσεις προς τις επιχειρήσεις, είναι οι βασικοί λόγοι για τις δυσοίωνες προβλέψεις σχετικά με τις τιμές των τροφίμων.