Το αμερικανικό Κογκρέσο και οι αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης είναι εκνευρισμένοι με την Άγκυρα για το πώς παρουσίασε την απόφαση της Γερουσίας να αποσύρει μια τροπολογία που εισήγαγε ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ στο νομοσχέδιο για τις αμυντικές δαπάνες, που επισυνάπτει όρους σε οποιαδήποτε αγορά μαχητικών αεροσκαφών F-16 από την Τουρκία. Οι άνθρωποι στην Ουάσιγκτον, όπου όλοι γνωρίζουν ότι η απόφαση δεν προήλθε από την επιρροή ενός καλά αμειβόμενου τουρκικού λόμπι ή από κάποια ιδιοφυΐα του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αιφνιδιάστηκαν από τον πανηγυρισμό της απόφασης από την Άγκυρα. Τους ανησύχησε επίσης η αφήγηση που προέρχεται από ορισμένες πλευρές στην Ελλάδα ότι η απόφαση σηματοδοτούσε μια ήττα για την Αθήνα.
Στην πραγματικότητα, τρεις παράγοντες συνέβαλαν σε αυτή την εξέλιξη. Ο πρώτος ήταν ο γνωστός πραγματισμός της Αμερικής, ο οποίος σε αυτή την περίπτωση μπορεί να συνοψιστεί στα λόγια ενός κορυφαίου γερουσιαστή: «Μην δένετε τα χέρια του προέδρου. είμαστε σε πόλεμο». Ο δεύτερος παράγοντας ήταν διαδικαστικός, καθώς υπό την πίεση των ενδιάμεσων εκλογών, μόλις 75 από τις 900 τροπολογίες που ενσωματώθηκαν στο αρχικό νομοσχέδιο πέρασαν στην επόμενη φάση. Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, ήταν η επιλογή του Λευκού Οίκου να υποστηρίξει τον συνήθη μηχανισμό λήψης αποφάσεων που διέπει τις διεθνείς πωλήσεις όπλων. Και τα δύο μέρη στο Κογκρέσο συμφωνούν επίσης ότι τέτοιες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται από τις αρμόδιες επιτροπές και να μην περνούν μέσω τροπολογιών. «Σήμερα είναι η Τουρκία, αύριο μπορεί να είναι η Σαουδική Αραβία και οι επιτροπές καταλήγουν να απολυθούν», ανέφεραν στην Καθημερινή πηγές στο Κογκρέσο εξηγώντας τη θέση.
Αυτό που κατέστησαν πολύ σαφές, ωστόσο, είναι ότι η έλλειψη υποστήριξης για τη συγκεκριμένη τροπολογία σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει υποστήριξη στο αίτημα της Τουρκίας να αγοράσει τα αμερικανικής κατασκευής τζετ και κιτ αναβάθμισης για τον υπάρχοντα στόλο της. Αυτά είναι δύο εντελώς ξεχωριστά θέματα, τονίζουν.
Οι επιτροπές
Καλά πληροφορημένες πηγές επιβεβαιώνουν ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει –προς το παρόν τουλάχιστον– με την αίτηση της Τουρκίας και οι φήμες ότι υπάρχει πρόοδος είναι αναληθείς.
Οι τεχνικές συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη και έχουν καθυστερήσει για διάφορους λόγους, αλλά αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στους επόμενους μήνες. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα στείλει ειδοποιήσεις στις αρμόδιες επιτροπές εξωτερικών υποθέσεων στη Γερουσία και το Κογκρέσο και θα περιμένει τις τελικές αποφάσεις, οι οποίες θα ληφθούν από τους τέσσερις προέδρους και τα μέλη της κατάταξης. Οι αποφάσεις σε αυτό το επίπεδο λαμβάνονται ομόφωνα και η γνώμη του μέλους της κατάταξης έχει τόση βαρύτητα με αυτή του προέδρου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τουρκική απαίτηση, ακόμη και μετά από ενδεχόμενη ανταλλαγή ρόλων ως αποτέλεσμα της έκβασης των ενδιάμεσων .
Είναι σημαντικό, ωστόσο, να γίνει κατανοητό το σκεπτικό της αρχικής απόφασης να υποβληθούν οι δύο σχετικές τροπολογίες (Μενέντεθ-Παππάς) που ορίζουν ότι τα όπλα που αγόρασε η Τουρκία δεν χρησιμοποιούνται εναντίον της συμμάχου του ΝΑΤΟ, Ελλάδας. Η πρόθεση ήταν να λειτουργήσουν ως πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας κατά της τουρκικής επιθετικότητας, να λειτουργήσουν ως ανασταλτικός παράγοντας. Ουδείς εμπλεκόμενος παρασκηνιακά στην προώθηση των ελληνικών συμφερόντων δεν βασίστηκε αποκλειστικά σε αυτές τις τροπολογίες. Πράγματι, όπως είπε στην Καθημερινή ένα μέλος του ελληνοαμερικανικού λόμπι με επιρροή, «τα οφέλη από την εισαγωγή αυτών των δύο τροπολογιών υπερτερούν κατά πολύ του πιθανού αποτελέσματος, ανεξάρτητα από το πόσο δύσκολο είναι να το καταλάβει κάποιος στην αρχή».
Όταν η Τουρκία υπέβαλε το αίτημά της να αγοράσει τα τζετ και τα κιτ αναβάθμισης, λίγοι στην Ουάσιγκτον έκαναν τη σύνδεση με τουρκικές υπερπτήσεις και παραβιάσεις στο Αιγαίο. Αυτό που έχει επιτευχθεί σήμερα, ένα χρόνο μετά, είναι ότι τα δύο ζητήματα έχουν συνδεθεί εγγενώς και θεωρούνται ως «πακέτο».
Αυτό το πακέτο είναι τώρα στην ημερήσια διάταξη οποιωνδήποτε συνομιλιών μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, έχει τεθεί στο Κογκρέσο, έχει φτάσει μέχρι το Οβάλ Γραφείο, έχει αποτελέσει αντικείμενο αναλύσεων σε δεξαμενές σκέψης και στην αμερικανική ΜΜΕ και, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, έχει επηρεάσει σημαντικά την εξέλιξη των τεχνικών συνομιλιών με την Άγκυρα.
Τις συνθήκες
Ακόμη και όσοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν την Τουρκία γνωρίζουν πλέον ότι για να δοθεί στην Άγκυρα το πράσινο φως για τα F-16, η συμφωνία θα πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένους όρους που αφορούν υπερπτήσεις και σεβασμό της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου. Εάν αυτοί οι όροι δεν τηρηθούν από την Τουρκία (δεδομένου ότι θα περάσει σημαντικός χρόνος μεταξύ, για παράδειγμα, της συμφωνίας αναβάθμισης και της παράδοσης του τελικού προϊόντος), αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μια σειρά από εξελίξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τη συμφωνία σε παρόμοια μοίρα αυτό των F-35. Αν αυτή η ιστορία δίδαξε κάτι στην Τουρκία –όπως θέλουν να υπογραμμίσουν οι γνώστες της Ουάσιγκτον– είναι ότι ανεξάρτητα από το πόσο προχωρημένο στάδιο μπορεί να βρίσκεται, οποιαδήποτε συμφωνία μπορεί να ανατραπεί.
Τα S-300
Έχει γίνει προφανές, τόσο στο Κογκρέσο όσο και στην κυβέρνηση, ότι η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί. Είναι επίσης δύσκολο να αγνοηθεί η έλλειψη αξιοπιστίας της, η οποία έχει μειωθεί περαιτέρω ως αποτέλεσμα του αβάσιμου ισχυρισμού της ότι η Ελλάδα χρησιμοποίησε ένα S-300 για να «κλειδώσει» ένα τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος. Ο ισχυρισμός διαψεύστηκε εύκολα, καθώς η ελληνική πλευρά παρουσίασε στους εταίρους της στοιχεία ότι χρησιμοποίησε διαφορετικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας και όχι ρωσικής κατασκευής.
Έχει γίνει επίσης σαφές στους Αμερικανούς ότι οι κατηγορίες της Τουρκίας για την Ελλάδα αποτελούν μέρος της στρατηγικής της και ότι η Άγκυρα δεν μπορεί να υποστηρίξει ή να αποδείξει τους ισχυρισμούς της. Μάλιστα, μόλις πριν από λίγες εβδομάδες στη Νέα Υόρκη, υψηλόβαθμος Αμερικανός κυβερνητικός αξιωματούχος μετέφερε προσωπικά ένα μήνυμα στον Ερντογάν, λέγοντας ότι «πρέπει να ξεχάσεις τα F-16 αν δεν τραβάς πίσω στο Αιγαίο». Όταν ο Τούρκος πρόεδρος έδωσε τη συνήθη απάντηση, υποστηρίζοντας ότι «οι Έλληνες είναι αυτοί που κάνουν παραβιάσεις», ο Αμερικανός αξιωματούχος ζήτησε αποδείξεις – και το περιμένει ακόμη, σύμφωνα με το γραφείο του.
Το ίδιο πλαίσιο δύσκολων διαπραγματεύσεων που διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών από τους Αμερικανούς με έναν εταίρο που δεν εμπιστεύονται πλέον οφείλεται και στην οργισμένη αντίδραση κυβερνητικού αξιωματούχου προς τον Τούρκο υφυπουργό Εξωτερικών κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψης στην Ουάσιγκτον. «Κάντε τη χάρη στον εαυτό σας και σταματήστε αυτά τα επικίνδυνα παιχνίδια στο Αιγαίο. Εάν δεν το κάνετε, μην περιμένετε να σας βοηθήσουμε να αποκτήσετε τα F-16», είπε.