Για τον ηγέτη της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη, η απόκτηση της απόλυτης πλειοψηφίας των εδρών στο 300μελές Κοινοβούλιο δεν θα ήταν καθόλου νίκη.
Στην πραγματικότητα, αυτό το αποτέλεσμα θα ήταν κατά μία έννοια χειρότερο από το να αποτύχεις μετά βίας να επιτύχεις την πλειοψηφία, γιατί στην περίπτωση αυτή μια τρίτη εκλογή θα ήταν δυνατή για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, παρόλο που οι πολιτικοί, οι ειδικοί και τα μέσα ενημέρωσης συμφωνούν ότι μια τρίτη εκλογή και η παράταση της αβεβαιότητας, θα ήταν ανεπιθύμητη.
«Για μένα, μια συνολική πλειοψηφία –και μια ασφαλής, όχι μια γυμνή, που προφανώς κανείς δεν θα ήθελε, για ευνόητους λόγους– είναι προϋπόθεση για να υλοποιηθούν γρήγορα οι μεγάλες αλλαγές στις οποίες έχουμε δεσμευτεί», είπε ο Μητσοτάκης. συνέντευξη στην κρατική τηλεόραση ΕΡΤ.
Για τον Μητσοτάκη, αυτό έχει μια προσωπική απήχηση: ο πατέρας του, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, κυβέρνησε για τρεισήμισι χρόνια τη δεκαετία του 1990 με απόλυτη πλειοψηφία και βρέθηκε υπονομευμένος από κομματικούς βαρόνους.
Στελέχη της Νέας Δημοκρατίας λένε ιδιωτικά ότι ο ελάχιστος στόχος είναι να ταιριάξει με τις 158 έδρες που κέρδισε το κόμμα στις εκλογές του Ιουλίου 2019, μια πλειοψηφία αρκετά ευρεία ώστε να επιτρέψει στον Μητσοτάκη να αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό τις κομματικές παρατάξεις και να πειθαρχήσει τους βουλευτές που παρέσυραν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είτε μέσω ακατάλληλες δηλώσεις ή αμφισβητούμενες οικονομικές δραστηριότητες.
Δεδομένης της τεράστιας πλειοψηφίας του Μητσοτάκη που επιτεύχθηκε στις 21 Μαΐου, αν και χωρίς πλειοψηφία βουλευτών, χάρη στον εκλογικό νόμο που ίσχυε τότε, μπορεί να φαίνεται περίεργο να ανησυχούμε για μια άνετη πλειοψηφία. Και όμως τα μαθηματικά πίσω από την επίτευξη μιας τέτοιας πλειοψηφίας είναι αρκετά περίπλοκα: Όσο περισσότερα κόμματα εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο και όσο περισσότερες ψήφοι πηγαίνουν σε μικρότερα κόμματα που δεν τα καταφέρνουν, τόσο πιο δύσκολη θα είναι μια συνολική πλειοψηφία. Εάν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις είναι σωστές, θα υπάρχουν επτά κοινοβουλευτικά κόμματα μετά τις 25 Ιουνίου, από πέντε στο βραχύβιο κοινοβουλευτικό σώμα που εξελέγη στις 21 Μαΐου. Το όριο για τη Νέα Δημοκρατία να επιτύχει την πλειοψηφία θα μπορούσε να είναι δυσάρεστα κοντά στο 40,79% που έχει κέρδισε στις 21 Μαΐου.
Τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας ελπίζουν ότι οι νέες εκλογές θα ενισχύσουν το αποτέλεσμα που επιτεύχθηκε. Και, ενώ θέλουν τον κόσμο να ψηφίσει και να μην απέχει, πιστεύουν επίσης ότι η αποχή θα μπορούσε να βλάψει και άλλα κόμματα, ειδικά τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου οι ψηφοφόροι έμειναν έκπληκτοι από την απώλεια 11 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με το 2019. Ο Μητσοτάκης και οι βοηθοί του είναι επίσης υπολογίζοντας σε ορισμένους σοσιαλιστές ψηφοφόρους που επιθυμούν σταθερότητα, αποχωρώντας προς τα δεξιά.