Από το μοτίβο του κλεισίματος των παλαιών φορολογικών υποθέσεων («περαιώσεις»), οι ελληνικές κυβερνήσεις στράφηκαν γρήγορα σε ρυθμίσεις για το χρέος.
Παρά το γεγονός ότι από την εποχή της οικονομικής κρίσης, οι πιστωτές της Ελλάδας αντιτάχθηκαν με τον πιο εμφατικό τρόπο σε κάθε μορφή ρύθμισης του χρέους, οι διαδοχικές κυβερνήσεις κατάφεραν να τις περάσουν, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις και προκαλώντας την κριτική των πιστωτών, οι οποίοι συνήθως ζητούσαν αντίμετρα για να επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Αυτό οδήγησε σε νέους φόρους και περικοπές δαπανών, κυρίως μέσω της μείωσης των μισθών, των συντάξεων, των φοροαπαλλαγών και των παροχών.
Φυσικά, οι κυβερνήσεις υποστήριξαν προς υπεράσπιση των θέσεων τους και για να αντικρούσουν τα επιχειρήματα των δανειστών ότι θα εισπράττονταν πρόσθετα έσοδα μέσω της μείωσης της φοροδιαφυγής.
Ωστόσο, στα χρόνια του δημοσιονομικού εξορθολογισμού η φοροδιαφυγή αυξήθηκε, όπως και το κίνημα «Δεν θα πληρώσω», με αποτέλεσμα τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το κράτος να εκτιναχθούν από 34 δισ. ευρώ το 2010 σε πάνω από 113 δισ. ευρώ σήμερα.
Οι πολιτικές μείωσης της φορολογίας χαμηλού εισοδήματος, κυρίως για χάρη των ψήφων, έχουν λειτουργήσει προς όφελος των φοροφυγάδων. Το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων φορολογουμένων δηλώνει ετήσια εισοδήματα έως 10.000 ευρώ, όταν οι στατιστικές δείχνουν ότι το συνολικό δηλωθέν εισόδημα αποτελεί τα δύο τρίτα της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Αν και η πανδημία έδειξε ότι οι Έλληνες μπορούν να το κάνουν και με άλλο τρόπο, δηλαδή να λειτουργούν μέσω καρτών και e-banking στις συναλλαγές, υπάρχουν ακόμη στελέχη του υπουργείου Οικονομικών που αντιδρούν στην υποχρεωτική επέκταση των POS σε όλα τα επαγγέλματα και στον καθορισμό ορίου. για συναλλαγές με μετρητά έως 500 € έκαστη.
Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα πολλοί πολίτες αγοράζουν ακίνητα με μετρητά. Δηλαδή, η συνολική αξία ενός ακινήτου που μπορεί να κοστίσει 250.000 € καταβάλλεται εξ ολοκλήρου σε μετρητά. Το ίδιο συμβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις με αγορές αυτοκινήτων.
Φυσικά, υπάρχουν περιπτώσεις φορολογουμένων που όντως αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Νέα ρύθμιση ή δυνατότητα επανένταξης θα πρέπει να απευθύνεται σε αυτούς και όχι γενικά σε όλους τους οφειλέτες.