Οι επόμενες εκλογές είναι οι πρώτες εδώ και πολλά χρόνια που θα διεξαχθούν εκτός του πλαισίου της άμεσης δημοσιονομικής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας. Έχουν περάσει σχεδόν 15 χρόνια που η οικονομία μας κινείται μεταξύ κινδύνων και μεγάλων περιορισμών. Αν και έχει σημειωθεί σαφής πρόοδος, η τοποθέτηση της οικονομίας σε μια σταθερή πορεία ισχυρής ανάπτυξης που θα δημιουργήσει υψηλά πραγματικά εισοδήματα με συστηματικό τρόπο παραμένει μια πρόκληση. Υπό αυτή την έννοια, οι εκλογές είναι ένα κρίσιμο ορόσημο.

Είναι φυσιολογικό σε μια προεκλογική περίοδο να δίνεται έμφαση στην κατανομή της οικονομικής πίτας και λιγότερο στο πώς θα αναπτυχθεί στο μέλλον. Το ζήτημα του τρόπου διανομής χρημάτων μέσω μισθών, συντάξεων, επιδομάτων ή κανονισμών έχει άμεση ισχύ, ενώ το πώς θα αυξηθούν τα εισοδήματα είναι ένα ζήτημα μεσοπρόθεσμης σημασίας. Αναμένεται επίσης ότι σε μια προεκλογική περίοδο τα πιο βαθιά και συστημικά προβλήματα της οικονομίας θα θεωρηθούν λιγότερο επείγοντα και τα πιο επίκαιρα θα πάρουν το επίκεντρο.

Ωστόσο, το πώς θα αναπτυχθεί πραγματικά η οικονομία μας είναι ζήτημα εθνικής σημασίας και ταυτόχρονα ένα βαθιά πολιτικό ζήτημα. Η πορεία του εξαρτάται από τις επόμενες εκλογές με περισσότερους από έναν τρόπους. Είναι κρίσιμο ποιες προσδοκίες καλλιεργούνται με προεκλογικά μέτρα και υποσχέσεις των πολιτικών κομμάτων, και εξίσου κρίσιμο ποιες συνεργασίες θα διαμορφώσουν την οικονομική πολιτική μετά τις εκλογές.

Σε όλη την περίοδο από την έναρξη των προγραμμάτων διάσωσης υπήρξε σημαντική δημοσιονομική και μακροοικονομική εξισορρόπηση. Πιο πρόσφατα, σημειώθηκε σημαντική πρόοδος στην προσέλκυση επενδύσεων, στην ενίσχυση της εξωστρέφειας πολλών επιχειρήσεων και στην εντατικοποίηση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών σε μέρος του δημόσιου τομέα, οι οποίες, συνδυαστικά, συνέβαλαν σε μια θετική δυναμική. Αλλά το να αγνοήσουμε τις αδυναμίες της οικονομίας μας και το γεγονός ότι δεν θα διορθωθούν θα σήμαινε συμβιβασμό με ένα χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης.

Ένα πρώτο ζήτημα είναι η τάση για διανομή φυλλαδίων και άλλων παροχών. Αυτά έχουν πολλαπλασιαστεί πρόσφατα και σε μεγάλο βαθμό δικαιολογούνται από τα προβλήματα που δημιούργησε η πανδημία και η ενεργειακή κρίση. Ωστόσο, εάν αυτά τεθούν στο επίκεντρο της οικονομικής πολιτικής ενός κόμματος, θα έχουν μεγάλο κόστος. Η εντύπωση ότι εισοδήματα που δεν παράγονται μπορούν να διανεμηθούν συστηματικά στρεβλώνει τα κίνητρα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, μεταξύ άλλων, τροφοδοτώντας τη παραοικονομία. Μειώνει επίσης τη στήριξη στο μέλλον για αποφάσεις που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη της οικονομίας. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να τεθούν σαφή όρια στις πολιτικές παροχών μετά τις εκλογές με κατάλληλη κοινωνική στόχευση.

Μια δεύτερη διάσταση είναι η δημοσιονομική. Στο πρόσφατο παρελθόν, υπήρξε αναστολή της εφαρμογής των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων και εύκολη πρόσβαση σε φθηνό χρήμα. Τώρα που η χρηματοδότηση γίνεται πιο ακριβή, οι κανόνες ενδέχεται να αλλάξουν και υπάρχει επείγουσα ανάγκη η χώρα να έχει πρωτογενή πλεονάσματα – μικρά αλλά συστηματικά. Μια σταθερή δημοσιονομική πορεία αποτελεί απαραίτητη βάση για την οικονομική ανάπτυξη, με ενδιάμεσο στόχο την επίτευξη του επενδυτικού βαθμού, την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων και την προσέλκυση επενδύσεων. Σε μια χώρα που έχει πρόσφατα χρεοκοπήσει, θα περίμενε κανείς ότι τα πολιτικά κόμματα θα είχαν καταλήξει σε μια ευρεία συμφωνία ότι το ταμείο της δεν θα πλησιάσει ποτέ ξανά στο να πέσει στο κόκκινο.

Μια τρίτη διάσταση αφορά την πραγματική οικονομία. Έχουμε ακόμη λιγότερη ενσωμάτωση της καινοτομίας στην παραγωγή, μεγαλύτερη εξάρτηση των επιχειρήσεων από το κράτος, όλο και λιγότερους αποτελεσματικούς κανόνες και μεγαλύτερη παραοικονομία από τις χώρες με τις οποίες θέλουμε να συγκριθούμε. Η πρόοδος σε αυτούς τους τομείς απαιτεί δύσκολες αλλαγές και μια πράξη εξισορρόπησης μεταξύ μεταρρυθμίσεων και παραχωρήσεων.

Η οικονομική αναταραχή σήμερα είναι παγκόσμια, αλλά οι προκλήσεις για την Ελλάδα είναι μεγαλύτερες. Μετά από σχεδόν 15 χρόνια οικονομικής κρίσης και επικίνδυνων στροφών, θα ήταν ιδιαίτερα ευεργετική εξέλιξη να υπάρξει σαφήνεια κατά την προεκλογική φάση σχετικά με τις βασικές απαραίτητες κατευθύνσεις της οικονομίας στο μέλλον.

Ο Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Από news