Η προσεκτική προσέγγιση που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πορεία εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής ενδείκνυται στο σημερινό περιβάλλον αυξημένων προκλήσεων, σημείωσε την Παρασκευή ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Πρόσθεσε ότι η δημοσιονομική στήριξη για τον μετριασμό των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης πρέπει να έχει «όρια» και να είναι στοχευμένη ώστε να μην καταλήξει να τροφοδοτεί τον ήδη υψηλό πληθωρισμό.
Τα σχόλια του Έλληνα κεντρικού τραπεζίτη έρχονται λίγες μέρες πριν από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 27 Οκτωβρίου, όπου αναμένεται ευρέως να ανακοινωθεί μια άλλη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων κατά περίπου 75 μονάδες βάσης καθώς η ευρωζώνη αντιμετωπίζει διψήφιο πληθωρισμό ρεκόρ.
Η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα θηρίο, υποστήριξε ο κεντρικός τραπεζίτης, καθώς η προσπάθεια να τιθασευτεί ο πληθωρισμός είναι περίπλοκη και δύσκολη. Πολλαπλοί πληθωριστικοί κραδασμοί από την πλευρά της προσφοράς πλήττουν την οικονομία και θέτουν σημαντικές προκλήσεις στη νομισματική πολιτική, είπε στο πλαίσιο του 13ου Οικονομικού Φόρουμ Λεμεσού, όπου συμμετείχε μέσω τηλεδιάσκεψης σε πάνελ μαζί με τον κεντρικό τραπεζίτη της Κύπρου, Κωνσταντίνο Ηροδότου, και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Πορτογαλίας, Mario Centeno.
Αναφορικά με την κριτική ότι η ΕΚΤ ανταποκρίνεται πολύ αργά στον αυξανόμενο πληθωρισμό, ο Στουρνάρας τόνισε ότι η νομισματική πολιτική αντιμετώπισε πολλές αλληλένδετες προκλήσεις. Ο ρυθμός της ομαλοποίησης έπρεπε να προσαρμοστεί έτσι ώστε να μην διακυβεύεται η αξιοπιστία της ΕΚΤ, ακολουθώντας έτσι μια λεπτή γραμμή – δεν θα μπορούσε να είναι ούτε πολύ γρήγορος ούτε πολύ αργός.
«Πιστεύω ακράδαντα ότι ο δρόμος προς την εξομάλυνση που ξεκινήσαμε τον περασμένο Δεκέμβριο έχει ξεκινήσει σωστά και βασίζεται στα εισερχόμενα δεδομένα, ακολουθώντας μια προσέγγιση βήμα προς βήμα, συνεδρία προς συνεδρία», τόνισε ο Στουρνάρας.
Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης υπογράμμισε ότι ο περιορισμός του πληθωρισμού στην παρούσα κατάσταση απαιτεί νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές που να είναι συμβατές και να παρέχουν σαφή πορεία τόσο προς τον επιθυμητό ρυθμό πληθωρισμού όσο και προς τη βιωσιμότητα του χρέους, ενώ η ενεργειακή πολιτική θα πρέπει επίσης να ευθυγραμμιστεί εν μέρει με τον στόχο για τον πληθωρισμό.
Κυρίως, οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να περιορίσουν τον κίνδυνο αύξησης των πληθωριστικών πιέσεων, ενισχύοντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών. «Τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης που υιοθετούνται για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλότερων τιμών της ενέργειας πρέπει να είναι προσωρινά και στοχευμένα», τόνισε.