Παρά όλες τις υποσχέσεις για μεταρρύθμιση και τις επίσημες διακηρύξεις διαδοχικών αξιωματούχων ότι η δικαιοσύνη καθυστερεί είναι δικαιοσύνη άρνηση, αυτό ακριβώς συμβαίνει με το δικαστικό σύστημα της Ελλάδας.
Δεν είναι μόνο τα διαδοχικά αιτήματα για αναβολές δίκης, που συνήθως υποβάλλονται από δικηγόρους που πρέπει να μοιράσουν τον χρόνο τους σε πολλές υποθέσεις που εκδικάζονται, είναι και τα απαρχαιωμένα συστήματα. Τα πρακτικά των υποθέσεων εξακολουθούν να είναι δακτυλογραφημένα και σωροί από χαρτιά συσσωρεύονται στα κτίρια των δικαστηρίων. Η μηχανοργάνωση του συστήματος βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.
«Χρειάζεται χρόνος για να ωριμάσουν τα έργα», είναι η δικαιολογία που ακούει κανείς από τους αξιωματούχους, συχνά ένας ευφημισμός για μεγάλες καθυστερήσεις στα δικαστήρια για να αποφανθούν για τη νομιμότητα των συμβάσεων ψηφιακών συστημάτων. Επίσης, πριν από λίγο καιρό, το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο είχε ντροπιάσει συγκεκριμένους δικαστές που κυριολεκτικά αποθησαύριζαν εκατοντάδες υποθέσεις και δεν αποφάσιζαν για αυτές.
Όχι για πρώτη φορά, Έλληνες επιχειρηματίες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το κρυφό σύστημα που πλήττει την ανταγωνιστικότητα. Ο ΣΕΒ, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Επιχειρήσεων, σε μια ανάλυση με τίτλο «From Justice 0.2 to Justice 2.0», χρησιμοποιεί στοιχεία που δημοσιεύει η Παγκόσμια Τράπεζα για να δείξει ότι η Ελλάδα δεν είναι μόνο η πιο αργή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τις ημέρες που χρειάζεται για να επιλύει μια υπόθεση στο δικαστήριο (1.711 ή περισσότερα από τεσσεράμισι χρόνια), αλλά είναι σχεδόν 50% πιο αργή από τον πλησιέστερο αντίπαλό της, τη Σλοβενία (1.160 ημέρες), με τον μέσο όρο της ΕΕ να είναι 455 ημέρες.
Η μεγάλη καθυστέρηση να εκδικαστεί μια υπόθεση στα δικαστήρια δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις και πλήττει την ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού, αναφέρει ο ΣΕΒ, προσθέτοντας ότι στο τέλος κάθε έτους υπάρχουν περίπου τρεις εκκρεμείς υποθέσεις για κάθε 100 πολίτες.
Τα ακραία παραδείγματα αφθονούν, όπως η περίπτωση ενός υπερχρεωμένου νοικοκυριού που τόλμησε να κάνει αίτηση για αναδιάταξη του χρέους του με δικαστική εντολή, εκμεταλλευόμενος έναν νόμο που ψηφίστηκε νωρίς στη μακρά οικονομική κρίση της Ελλάδας (2010). Κατώτερο δικαστήριο στο Κορωπί, σε προάστιο της Αθήνας, αποφάσισε, τον Ιούλιο του 2014, να εκδικαστεί η υπόθεση στις 19 Ιανουαρίου 2028. Μπορεί οι πρόνοιες του νόμου να έφταιξαν, δίνοντας άνοιγμα για μεγάλες καθυστερήσεις, αλλά παρόμοιες υποθέσεις αφθονούν.
Επί του παρόντος, μόνο στο 7% των υποθέσεων αστικών και διοικητικών δικαστηρίων αποθηκεύονται ψηφιακά πρακτικά και έγγραφα και αυτό μειώνεται στο 0,2% στα εφετεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Γι’ αυτό ο επιχειρηματικός σύλλογος ζητά ταχύτερη εγκατάσταση ψηφιακών συστημάτων.