Όταν ο Αλέξης Τσίπρας ανέλαβε τον ΣΥΡΙΖΑ το 2008 – χάρη κυρίως στον Αλέκο Αλαβάνο – το κόμμα Συνασπισμός είχε ρίξει τη μόνιμη αγωνία της προοδευτικής αριστεράς για το αν θα έκανε την περικοπή του 3% για να μπει στη Βουλή, παρόλο που το ποσοστό του 5% το 2007. Οι εκλογές δεν ήταν πολύ ελπιδοφόρες, για να μην αναφέρουμε την πτώση στο 4,6% το 2009.
Την Πέμπτη, ο Τσίπρας παραιτήθηκε. Ήταν το σωστό, για τον ίδιο και για το κόμμα του, το οποίο είδε τη δημοτικότητά του να μειώνεται ακόμη περισσότερο στις εκλογές της περασμένης Κυριακής. Υπήρξε μια εποχή που το 18% θα θεωρούνταν εξαιρετική επίδοση, αν όχι θαύμα, από το κόμμα, αλλά μετά από τρεις νίκες (στις ευρωεκλογές του 2014 και τις εθνικές κάλπες τον Ιανουάριο και τον Σεπτέμβριο του 2015) και την πρώτη Κυβέρνηση υπό την ηγεσία της αριστεράς, δεν είναι τίποτα για το οποίο είναι ευχάριστο.
Σε ένα παράλληλο σύμπαν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα κέρδιζε τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 με μία μονάδα πάνω από το 36,3%, που θα του έδινε την πλειοψηφία στη Βουλή, οπότε ο Τσίπρας δεν θα έπρεπε να αναζητήσει κυβερνητικό εταίρο και να εφεύρει την «καλή χημεία» με τον Πάνο. Καμμένος από τους Ανεξάρτητους Έλληνες αφού απέκλεισε πρόωρα το ενδεχόμενο συμμαχίας με το κεντρώο Ποτάμι.
Τι θα σήμαινε για τη χώρα η απουσία αυτού του εθνικιστικού, συνωμοτικού δεκανίκιου; Δεν θα μάθουμε ποτέ. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι οι αριστεροί ψηφοφόροι ένιωθαν συντετριμμένοι και ιδεολογικά απογοητευμένοι από την πρώτη μέρα, μια απογοήτευση που επιδεινώθηκε από τη φασαρία για το δημοψήφισμα, όταν η μονοπρόσωπη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ συνειδητοποίησε με βασανιστική καθυστέρηση ότι τα μνημόνια δεν μπορούσαν απλώς να σκιστούν. .
Οι δυσαρεστημένοι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ από την προοδευτική αριστερά θεωρούν το κόμμα, και ιδιαίτερα τον αρχηγό του, υπεύθυνο για πολλά πράγματα. Δύο ήταν όμως οι κινήσεις που του στοίχισαν πολύ ακριβά: η συμφωνία των Πρεσπών και η αλλαγή του εκλογικού συστήματος σε απλή αναλογική (πώς δεν μπορούσε, όμως, όταν ήταν πάντα η θέση του κόμματος;). Η συμφωνία για το όνομα με τα Σκόπια θεωρήθηκε ως προδοσία όχι μόνο από τους εθνικιστές λαϊκιστές, αλλά και από αριστερές ομάδες ersatz, όπως το Course of Freedom. Για να μην αναφέρουμε φυσικά τη Νέα Δημοκρατία, που κήρυττε τοξική ρητορική από τη σαπουνάδα και έχει χαρακτηριστεί ως «εξαίρεση» ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, υιοθετώντας τη δημοτική γλώσσα του εμφύλιου διχασμού.