Η φοροδιαφυγή μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 8 και 10 δισ. ευρώ ετησίως, σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς, και τα μισά από αυτά θα μπορούσαν να ανακτηθούν, δήλωσε την Πέμπτη στον Skai Radio ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης.
Αν μηδενιζόταν η φοροδιαφυγή –που δεν είναι ρεαλιστικό– το κράτος θα μπορούσε να διπλασιάσει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας που ανέρχεται σε 6,1 δισ. ευρώ ή του Υπουργείου Παιδείας που ανέρχεται στα 5,2 δισ. ευρώ και να καταργήσει τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων ( ΕΝΦΙΑ) ταυτόχρονα.
Στο προσκήνιο η φοροδιαφυγή και το οικονομικό επιτελείο έχει ήδη ξεκινήσει τον σχεδιασμό για τη λήψη νέων μέτρων που θα ενεργοποιηθούν το φθινόπωρο, αλλά και την επιτάχυνση άλλων που έχουν ήδη ψηφιστεί. Τα έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής είναι η βασική πηγή για την παροχή των οφελών που ανακοινώθηκαν χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Όπως σημείωσε ο Θεοχάρης: «Το σχέδιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής έχει μια σειρά από πυλώνες. Το πρώτο είναι η αύξηση της χρήσης νέων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής, για παράδειγμα η διασύνδεση POS και ταμειακών μηχανών, το χρονοδιάγραμμα των οποίων θα συμπιέσουμε σε βαθμό που θα έρθει στις αρχές του 2024. Επίσης, η ηλεκτρονική τιμολόγηση και άλλα πράγματα για τα οποία ακούμε – είναι καιρός να τα εφαρμόσουμε».
Ο δεύτερος πυλώνας είναι να αυξηθεί ο έλεγχος και ο διασταυρούμενος έλεγχος, ώστε αυτός ο πλούτος δεδομένων να μπορεί να αξιοποιηθεί. Οι έλεγχοι θα πρέπει να είναι πιο εστιασμένοι, συντομότεροι και μικρότεροι, σημείωσε. Ένας τρίτος πυλώνας είναι η δομή του ίδιου του φορολογικού συστήματος, με την έννοια ότι υπάρχει ένα φορολογικό σύστημα που ευνοεί τη φοροδιαφυγή και ένα φορολογικό σύστημα που κλείνει τα κενά και δεν την ευνοεί. Εδώ έχουμε το παράδειγμα των ελεύθερων επαγγελματιών και όλοι νιώθουμε ότι υπάρχει πολύ μεγαλύτερο περιθώριο σε σχέση με τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, σημείωσε ο Θεοχάρης.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της εφορίας, έξι στα 10 νοικοκυριά δηλώνουν ετήσια εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τις 10.000 ευρώ, ενώ εισοδήματα στο όριο της φτώχειας, δηλαδή έως 5.000 ευρώ, εμφανίζει το 37% των φορολογουμένων. Σχεδόν επτά στους 10 ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους ανέφεραν καθαρά εισοδήματα έως και 10.000 ευρώ.