Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα δυσκολεύονται όχι μόνο να προσλάβουν νέους υπαλλήλους, αλλά και να διατηρήσουν το τρέχον εργατικό δυναμικό τους, αποδεικνύοντας ότι η διατήρηση των εργαζομένων είναι μια περίπλοκη πρόκληση για τις εταιρείες, ειδικά για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της Randstad, το 15% των εργαζομένων στην Ελλάδα άλλαξαν εργοδότες τους τελευταίους έξι μήνες, ποσοστό ελαφρώς υψηλότερο από το 2022 (13%), ενώ το 23% των εργαζομένων που συμμετείχαν στην έρευνα φάνηκε πρόθυμος να κάνει έτσι μέχρι το 2023.
Συνολικά, η έρευνα έδειξε ότι το 64% των Ελλήνων εργαζομένων (το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη) θα σκεφτόταν να αλλάξει θέση εργασίας λόγω των χαμηλών αμοιβών.
Πρόκειται για μια αρκετά μεγάλη ομάδα εργαζομένων που έχουν επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές τους, δεν φοβούνται να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους εάν δεν ανταποκρίνονται πλέον στις ανάγκες και τις αξίες τους, δεν θέλουν δουλειά αποκλειστικά για τον μισθό – ο οποίος είναι συνήθως σημαντικά χαμηλότερος από το κόστος ζωής – και δεν θέλω να δουλεύω μόνο για να τα βγάλω πέρα.
Στη μικρότερη ηλικιακή ομάδα (18-24 ετών) προστίθενται και άλλα κριτήρια εκτός από τους μισθούς σε αυτά βάσει των οποίων κάποιος θα άλλαζε εργοδότη, με την αμοιβή να παραμένει ο βασικός παράγοντας για το 53%.
Αναμφισβήτητα, οι Millennials και η Generation Z θεωρούν καθοριστικούς παράγοντες το εργασιακό περιβάλλον, τις προσωπικές τους αξίες και τις προοπτικές σταδιοδρομίας – σε αντίθεση με τους γονείς τους, που ήταν «παντρεμένοι» με τη δουλειά τους.
Η μελέτη έδειξε επίσης ότι η απόφαση για αλλαγή δεν φαίνεται να επηρεάζεται από το φύλο ή το μορφωτικό επίπεδο.
Ωστόσο, ο φόβος παίζει σημαντικό ρόλο.
Ενδεικτικά, το 16% των εργαζομένων ανησυχεί ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, ποσοστό χαμηλότερο από το 2022 (19%). Σε σύγκριση με την Αττική (14%), ο φόβος αυτός είναι σημαντικά υψηλότερος στη Μακεδονία και τη Θράκη (20%).
Όπως και το προηγούμενο έτος, περισσότεροι από τρεις στους 10 (31%) από αυτούς που ανησυχούν δηλώνουν ότι θέλουν να αλλάξουν δουλειά. Και πάλι, τα οφέλη και το πακέτο αποδοχών, ωστόσο, είναι οι βασικοί παράγοντες για να σκεφτείτε να αφήσετε μια δουλειά.
Η μελέτη αποκαλύπτει ότι οι Έλληνες εργοδότες δεν υποστηρίζουν την ανάγκη των εργαζομένων για επαγγελματική ανάπτυξη. Μόνο το 50% των εργαζομένων που επιθυμούν να αναπτυχθούν προσωπικά έχουν πραγματικά την ευκαιρία να το κάνουν. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τόσο η επανεκπαίδευση όσο και η αναβάθμιση δεξιοτήτων χαίρουν μεγάλης εκτίμησης, η Randstad συμβουλεύει τις επιχειρήσεις να παρέχουν ίσες ευκαιρίες και για τους δύο, εάν θέλουν να διατηρήσουν το εργατικό δυναμικό τους.