Οι πλημμύρες στην Ελλάδα την Πέμπτη έφεραν ξανά στο προσκήνιο το ερώτημα γιατί αυξάνονται σε συχνότητα και τη διαπίστωση ότι δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά σε ακραία καιρικά φαινόμενα και κλιματική αλλαγή.
Η Αθήνα ήταν μεταξύ των περιοχών που υπέστησαν το μεγαλύτερο μέρος των καταιγίδων και των έντονων βροχοπτώσεων, με πλημμυρισμένους δρόμους, διακοπές ρεύματος και διακοπές στα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Οι ειδικοί σημειώνουν ότι η Ελλάδα έχει μια εξαιρετικά ομοιογενή τοπογραφία που ευνοεί τις ξαφνικές πλημμύρες. Οι αλλαγές στην κάλυψη και τη χρήση της γης φαίνεται να παίζουν σημαντικότερο ρόλο από την αύξηση των βροχοπτώσεων. Επιπλέον, τονίζουν ότι οι απαρχαιωμένες (είτε τεχνικά είτε από άποψη χωρητικότητας) αντιπλημμυρικές άμυνες συμβάλλουν επίσης στο πρόβλημα.
Επιστημονικές μελέτες που δημοσιεύτηκαν τα τελευταία χρόνια δείχνουν τις περιοχές που πλήττονται συχνότερα από τις πλημμύρες είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, οι μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, η Πελοπόννησος και η Κρήτη και η περιοχή του ποταμού Έβρου.
«Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, έχουν σημειωθεί σοβαρές πλημμύρες σε περιοχές που δεν είχαν αντιμετωπίσει παρόμοια προβλήματα, όπως η Μάνδρα Αττικής και το Μουζάκι Καρδίτσας», λέει ο Βαγγέλης Μπαλτάς, καθηγητής Υδρολογίας και Διαχείρισης Υδάτινων Πόρων στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. «Στη χώρα μας πάντα γίνονταν πλημμύρες. Η Ελλάδα έχει περίπου 18.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, που σημαίνει πολύ μεγάλο αριθμό λεκανών απορροής, οι οποίες είναι συνήθως σχετικά μικρές σε μέγεθος. Αυτές οι λεκάνες είναι ταχείας απόκρισης, πράγμα που σημαίνει ότι ο χρόνος για να συσσωρευτεί νερό σε τέτοιες ποσότητες που να προκαλέσουν πλημμύρα είναι σύντομος», είπε.
Αυτό που φαίνεται να έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, σημειώνει, δεν είναι μόνο ο αριθμός των πλημμυρών, αλλά και οι δυσμενείς επιπτώσεις τους.
«Αυτό οφείλεται πιθανώς σε αλλαγές στην κάλυψη και τη χρήση γης λόγω των κατασκευών και της αστικοποίησης και, φυσικά, στην κλιματική αλλαγή», λέει ο Μπαλτάς, επισημαίνοντας τις ανθρώπινες παρεμβάσεις στις λεκάνες απορροής ποταμών και το γεγονός ότι οι υποδομές είναι συχνά ξεπερασμένες.
Ανθρώπινες παρεμβάσεις σημείωσε και ο Μιχάλης Διακάκης, επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος μελετά συστηματικά τα πλημμυρικά φαινόμενα τα τελευταία χρόνια. «Κατά τη γνώμη μου, το κύριο ζήτημα είναι η ανθρώπινη παρέμβαση στα ρέματα. Όταν τα ρέματα έχουν μια πλημμυρική πεδιάδα διαμορφωμένη από τη φύση, η οποία χρειάζεται για να κατέβει ανεμπόδιστα το νερό στη θάλασσα, και ο άνθρωπος έχει χτίσει εμπόδια σε αυτήν – δρόμους, κτίρια, κατασκευές – αυτό από μόνο του δυσκολεύει την ομαλή λειτουργία του. Τα ρέματα πλημμυρίζουν πιο εύκολα και πιο συχνά και γι’ αυτό είχαμε περισσότερες καταστροφές τα τελευταία χρόνια».